- ἡμερωτής
- ἡμερ-ωτής, οῦ, ὁ,A tamer, civilizer, of Hercules, Max.Tyr.3.7.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἡμερωτής — tamer masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ημερωτής — ο (Α ἡμερωτής) [ημερώ] νεοελλ. δαμαστής αρχ. (για τον Ηρακλή) αυτός που απάλλαξε τη γη από ληστές κακοποιούς, θηρία κ.λπ … Dictionary of Greek
ἡμερωτήν — ἡμερωτής tamer masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)